Μια
ωραία πεταλούδα εις το δάσος μια φορά
κι ένας κούνελος πιο πέρα που την κοίταγε γλυκά.
Τι ωραία η ζωή μας, τραγουδούσε το τζιτζίκι
εις το δέντρο καθισμένο και πολύ ευτυχισμένο
"Έλα πάνω άγγελέ μου", έλεγε εις τη χελώνα
που με τρόμο το ύψος του δέντρου ατένιζε.
"Δεν δύναμαι τόσο ψηλά να φθάσω, είμαι κοντή η δυστυχής",
παραμιλούσε και βαθειά εις το καβούκι της χωνόταν η μικρή χελώνα.
"Μα κι εγώ είμαι κοντό, όπως είμαι και μικρό",
απαντούσε το τζιτζίκι "και εντούτοις εις το δέντρο ψηλά κατόρθωσα
να φθάσω.
Η σημαντική διαφορά είναι ότι μπορώ να πετώ, ενώ εσύ, ώ αγαπημένη,
όχι".
Κατόπιν της θλιβερής αυτής διαπιστώσεως,
η μικρή χελώνα απομακρύνθηκε κλαίγοντας πικρά.

