Nevermore  
 

Ο ζεστός μήνας Ιούλιος -όπως άλλωστε και ο ίδιος ζεστός μήνας Μάϊος- εμπνέουν για τραγούδια και ποιήματα ρομαντικά! Γι'αυτό και πριν ξεψυχήσει η Ισιδώρα τραγούδησε για τελευταία φορά το χαρωπό τραγούδι των ιπποπόταμων.

Γιατί μικρή Ισιδώρα ετοιμάζεσαι να πεθάνεις; είπε με απορία το σκουλήκι. Εκείνη δεν έδωσε σημασία και αδιάφορα προσπέρασε. Γιατί μικρή Ισιδώρα ετοιμάζεσαι να πεθάνεις; επέμενε εκείνο. Και τότε η Ισιδώρα μανιασμένα γύρισε πίσω, κοίταξε άγρια το σκουλήκι και με κακία το έλιωσε πατώντας το με το χρυσό της πασουμάκι. Τι θα ήταν προτιμότερο αναρωτήθηκε με αγωνία η Ισιδώρα. Να συνεχίσω την ετοιμασία του θανάτου ή να συνεχίσω να ζω με σκοπό να εξολοθρεύσω όλα τα σκουλήκια, φλύαρα ή συνετά, μικρά ή λυπημένα, ζωηρά ή καστανά.
Οι αλλοπρόσαλλες σκέψεις της την οδήγησαν στην είσοδο ενός σκοτεινού θαλάμου. Απερίσκεπτα εκείνη προχώρησε και ξαφνικά μέσα στο απόλυτο σκοτάδι του θαλάμου φάνηκε μια κόκκινη αστραπή. Έκπληκτη η Ισιδώρα άγγιξε με δέος την αστραπή και ευθύς η αστραπή χάθηκε παίρνοντας μαζί της την Ισιδώρα. Στο τρελό πέταγμα η Ισιδώρα έβγαλε τα πασουμάκια της που έπεσαν στη γη με κρότο. Οι νεκροί ξύπνησαν, οι ζωντανοί πέθαναν, τα σπίτια γκρεμίστηκαν, τα δέντρα κάηκαν, οι κατσαρίδες άρχισαν τον ξέφρενο χορό και τα γαϊδουράγκαθα χαμογελούσαν. Από ψηλά η Ισιδώρα που έβλεπε την ασυνήθιστη αυτή κατάσταση, ζήλεψε και θέλησε να ακολουθήσει τις κατσαρίδες στο χορό τους. Παράτησε την κόκκινη αστραπή και έπεσε καταγής.

Γύρω γύρω όλοι τραγουδούσαν οι κατσαρίδες αγκαλιασμένες τρυφερά. Και στη μέση η Ισιδώρα σιγοτραγουδούσε ανοιγοκλείνοντας τα μάτια. Τα μακριά της τσίνορα σκίαζαν τη μύτη της, η μύτη της σκίαζε το σώμα της και όλη μαζί η Ισιδώρα σκίαζε την πλακόστρωτη αυλή. Οι νιφάδες του χιονιού σκέπαζαν τις πλάκες και έλιωναν τα στοιβαγμένα χώματα και τις ακαθαρσίες που κατρακυλούσαν προσπαθώντας να βρουν λύση και διέξοδο στο υπαρξιακό τους πρόβλημα. Πού πηγαίνουμε;

Αλήθεια πού; αναρωτήθηκε και η Ισιδώρα σκεπτόμενη με ανορεξία αν θα ήταν σκόπιμο να συνεχίζει τη ζωή της. Άνευ οδού και άνευ σκοπού, τι ωφελεί να προσπαθεί κανείς;
Και αίφνης το κοράκι ανεφάνη εις τα ύψη του ουρανού. Nevermore! έκραξε το μαύρο. Nevermore? επανέλαβε η Ισιδώρα. Nevermore! τραγούδησαν οι κατσαρίδες αλλάζοντας το ρυθμό τους. Nevermore αντηχούσε η πλακόστρωτη αυλή. Nevermore ακούστηκε από μακριά η κόκκινη αστραπή. Nevermore! είπε με πείσμα η Ισιδώρα και χτύπησε με μανία το κεφάλι της στα πλακάκια της αυλής. Nevermore απάντησαν οι πλάκες ρουφώντας αχόρταγα το αίμα που άφθονα έρρεε από το θρυμματισμένο κρανίο.

Nevermore! είπε και ο ποιητής και σταμάτησε να γράφει.

επόμενο

 
  • Περιεχόμενα
  •